ΓΡΑΠΤΟΝ Θ. ΚΗΡΥΓΜΑ
«Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ υἱοῦ Δαυΐδ υἱοῦ Ἀβραάμ... Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ἰωσὴφ τὸν ἄνδρα Μαρίας, ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος Χριστός... Καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν· αὐτός γάρ σώσει τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν».
«Πίστει παρῴκησεν εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν»-«Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσιν».
Ὅπως αὐτός πού βλέπει τούς ἀνθρώπους ἀπό ψηλά, τούς βλέπει μικροσκοπικούς, ὁμοίως καί ὅποιος βλέπει τήν ἀνθρώπινη ἱστορία ἀπό τήν ἀρχή, ὡς διαδοχικές γενεές πού φεύγουν ἡ μία μετά τήν ἄλλη, ἀφοῦ πρῶτα ἦρθαν καί ἔζησαν γιά λίγα χρόνια, αὐτός θά ὁμολογήσει τήν μικρότητα τοῦ κάθε ἀνθρώπου, σάν νά μήν ἔχει ἡ ἀνθρώπινη ζωή ἰδιαίτερη ἀξία. Αὐτός ὅμως ὁ ὁποῖος θά προσέξει τήν ἀνθρώπινη ζωή καί τίς γενεές τῶν ἀνθρώπων, ἔχοντας συνειδητοποιήσει τί σημαίνει ὅτι ὁ Θεός εἰσῆλθε μέσα στήν ἀνθρώπινη γενεά, θά γνωρίσει τότε πόση ἀξία ἔχει ὁ ἄνθρωπος, καί πόσο εἶναι πολύτιμη ἡ ζωή του, ἐφόσον τήν διαθέσει γιά νά εὐαρεστήσει τόν Θεό.
Αὐτός πού θά δεῖ μέ πνεῦμα ταπεινοφροσύνης τήν παροῦσα ζωή, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «ὡς ἀλλοτρίαν», αὐτός δηλαδή πού θά νιώσει ὅτι ἐδῶ εἴμαστε ξένοι ἀλλά καί περαστικοί, αὐτός θά μείνει ἐλεύθερος ἀπό τό ψέμμα τοῦ ἐγωϊσμοῦ καί τήν ἀπάτη τῶν χρημάτων καί τῶν ἡδονῶν καί τῆς ἐξουσίας, καί θά ζήσει, ὅπως πάλι ἔλεγε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, χωρίς νά φοβηθεῖ διατάγματα ἀνθρώπων, ἀλλά θά διαφυλάξει τήν συνείδησή του καί τήν ζωή του καθαρή ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Ἐξεδόθη διάταγμα ἀπό τόν Φαραώ νά θανατώνουν τά νήπια. Ἄνθρωποι πιστοί δέν ἐφοβήθησαν τό βασιλικό διάταγμα, «οὐκ ἐφοβήθησαν τό διάταγμα τοῦ βασιλέως», καί ἔτσι διασώθηκε ὁ Μωϋσῆς. Ἀντίστοιχα ὁ Θεός εὐεργετοῦσε τίς μαῖες, ὅπως λέγει στήν Παλαιά Διαθήκη, πού διέσωζαν τά νήπια ἀπό τήν ἐντολή τοῦ βασιλιά νά τά θανατώνουν· «εὖ ἐποίει ὁ Θεός ταῖς μαίαις».
Ἔτσι καί τώρα ὁ Θεός θά φυλάξει κοντά Του καί θά σκεπάσει ἀπό τόν πονηρό, ὅσους ἄφοβα θά πορευθοῦν σύμφωνα μέ τίς ἐντολές Του. Αὐτοί θά κληρονομήσουν καί τήν ἀληθινή ζωή, διότι μόνον ὁ Θεός εἶναι ἡ ἀρχή καί ἡ πηγή τῆς ζωῆς. Τί ἔγιναν οἱ Φαραώ καί ὁ Ἡρώδης πού ἐθανάτωνε τά νήπια; Τί ἔγιναν ἡ Σαλώμη, ὁ Καϊάφας καί ὁ Πιλάτος; Χάθηκαν στό σκοτάδι τοῦ Ἅδη. Ἀντίθετα, ὅσοι ἔζησαν μέ πίστη στόν Θεό, χωρίς νά Τόν λυπήσουν, ἀλλά τόν εὐαρέστησαν μέ τήν ὑπακοή τους καί τήν μετάνοιά τους, αὐτοί πού «διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων», αὐτοί ὅλοι οἱ «μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως», ἀνέμεναν τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ, ὥστε τώρα μαζί μ᾿ ἐμᾶς νά βροῦν τόν Παράδεισο, τοῦ ὁποίου ἔγιναν ἄξιοι μέ τήν πίστη τους καί τήν ζωή τους. Καθώς πλησιάζει ἡ ἑορτή τῶν Χριστουγέννων, ἔτσι πρέπει νά ἑτοιμάσουμε τούς ἑαυτούς μας. Ὅταν ἐννοήσουμε τήν παροικία μας ἐδῶ, στή γῆ, ὅπως καί πράγματι εἶναι, ὡς «ἀλλοτρίαν», δηλαδή ὡς αὐτό ἀπό τό ὁποῖο σύντομα θά ἀποξενωθοῦμε, καί προσβλέψουμε στήν ἀληθινή πατρίδα μας χωρίς νά φοβηθοῦμε ἀνθρώπινα διατάγματα καί μέ πόθο κοπιάσουμε χάριν τοῦ Θεοῦ καί μέ χαρά δεχθοῦμε νά στερηθοῦμε ὅ,τι ὁ Θεός ἐπιτρέψει, τότε θά ἑορτάσουμε πραγματικά Χριστούγεννα καί θά ἀκοῦμε τά λόγια τοῦ Εὐαγγελίου ὡς βάλσαμο στίς ψυχές μας, ὡς λόγους ἐνθαρρύνσεως καί παρηγορίας, προτρεπτικούς γιά νά ὁμολογήσουμε στήν σύντομη ζωή μας τό ὄνομά Του. Ἔτσι ὑψωνόμαστε πρός Αὐτόν. Ἔτσι δοξάζεται ὁ γεννηθείς Χριστός. Ἔτσι συναντοῦμε ἐμεῖς οἱ ἐπί γῆς τόν ἴδιο τόν Θεό ἐρχόμενον ἀπό τούς οὐρανούς πρός ἡμᾶς.
Ἔτσι θά πανηγυρίσουμε ψάλλοντες τό «Χριστός γεννᾶται δοξάσατε, Χριστός ἐξ οὐρανῶν ἀπαντήσατε, Χριστός ἐπί γῆς ὑψώθητε». Ἔτσι γίνονται οἱ ψυχές μας φάτνες ὅπου ὁ Χριστός γεννᾶται, ἀλλά καί ἐμεῖς ἄγγελοι πού ὁμολογοῦν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί ποιμένες πού σπεύδουν νά βροῦν τόν Κύριο μέσα στήν ταπείνωση τοῦ σπηλαίου. Ὁ Κύριος ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά θεραπεύσει τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο. Ἡ ἐν Χριστῷ σωτηρία νοεῖται ὡς ἴασις. Ὁ ἄνθρωπος σώζεται, ὅταν ζητήσει θεραπεία. Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ ἀπώλεια τοῦ ἀνθρώπου. Καί ἡ ἁμαρτία εἶναι ὅπως μία νόσος, πού δέν φεύγει, ἁπλῶς ἐπειδή θά τό θελήσουμε, ἀλλά πρέπει καί νά ἀκολουθήσει κανείς τήν ἀγωγή πού συνιστᾶ ὁ ἰατρός. Καί ἰατρός μας εἶναι ὁ Χριστός. Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων λέγει ὅτι Ἰησοῦς στήν ἑβραϊκή γλῶσσα σημαίνει ὁ Σωτήρ καί στήν ἑλληνική ὁ Ἰατρός. Ἡ ὑπακοή στίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ θεραπευτική ἀγωγή γιά τήν κάθε μιά ψυχή πού θέλει νά ἀποκτήσει τήν πρός τόν Θεόν ὁμοιότητα, νά ἀνακτήσει τήν πνευματική της ὑγεία.
Ὁ Κύριος δέν μᾶς διδάσκει ἁπλῶς μέ τούς λόγους Του. Ὅλη ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ ἕνα εὔγλωττο κήρυγμα. Ὅ,τι ἐδίδαξε ὁ Ἰησοῦς μέ τά λόγια Του, τό ἐκήρυξε καί μέ τήν ζωή Του ἀπό τήν ἀρχή τῆς συλλήψεώς Του μέσα στήν κοιλία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἡ συμμετοχή μας στήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων, σημαίνει νά ἐννοήσουμε ὅλα τά γεγονότα τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως ὡς ὑπόδειγμα τῆς δικῆς μας ζωῆς, ὡς τρόπον ζωῆς πού μᾶς μυεῖ στήν θεία ταπείνωση, ὡς τρόπον ζωῆς πού ἀπομακρύνει τήν ἐγωϊστική πλάνη ἀπό τήν ψυχή μας, καί μᾶς εἰσάγει στό ὑπερθαύμαστο μυστήριο τῆς ἀμέτρου θείας συγκαταβάσεως.
Μέσα ἀπό τήν θύρα τῆς θείας ἀγάπης εἰσέρχεται ὁ ἄνθρωπος μέσα στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ καί Πατρός. Ἡ ὁδός πού μᾶς ὁδηγεῖ στήν θεία ἀγάπη, στό Θεό Πατέρα, εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός. Προσερχόμεθα στό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ νοερῶς γιά νά προσκυνήσουμε αὐτόν πού εἶναι ἡ ὁρατή εἰκών τοῦ ἀοράτου Πατρός. «Οὐδείς Θεόν ἑώρακε πώποτε. Ὁ μονογενής Υἱός, ὁ ὤν εἰς τόν κόλπον τοῦ Πατρός ἐκεῖνος ἐξηγήσατο».
Ὁ Θεός εἶναι γιά τήν ἀνθρώπινη φύση ἀόρατος. Γενόμενος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ὅμοιος μ᾿ ἐμᾶς πλήν τῆς ἁμαρτίας ἄνθρωπος, ἔγινε ὁρατός σ᾿ ἐμᾶς, διά τῆς ἐνανθρωπήσεώς Του. Καί ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, Τόν εἴδαμε, Τόν ἀκούσαμε καί μέ τά χέρια μας τόν ψηλαφήσαμε αὐτόν πού ὁ ἴδιος εἶναι Θεός. Δέν ἐψηλάφησαν τήν θεότητά Του. Ἐψηλάφησαν ὡς ἄνθρωπον αὐτόν πού εἶναι καί Θεός.
Ἡ Παρθένος Μαριάμ τόν ἐκυοφόρησε, τόν κράτησε ὡς βρέφος στήν ἀγκάλη της καί τόν ἀγάπησε ὡς Θεόν της καί ὡς Υἱός της. Τί ἄλλο θέλει ὁ ἄνθρωπος γιά νά σκύψει καί αὐτός στό μυστήριο τῆς θείας ἀγάπης; Προσφέρει ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ τόν ἑαυτό Του βρέφος γιά νά τό ἀγκαλιάσει ἡ Ἄχραντος Παρθένος, γιά νά γίνουμε καί ἐμεῖς νήπια ὡς πρός τήν καρδίαν, γιά νά ἀποκτήσουμε τήν ἀκακία τῶν βρεφῶν, γιά νά μᾶς δεχθεῖ καί ἐμᾶς ὁ Θεός μέσα στήν ἀγκαλιά τῆς ἀγάπης Του. Θά ἑορτάσουμε Χριστούγεννα, ἄν προσέλθουμε στήν Δεσποτική φάτνη μέ τήν διάθεση νά ἀποκτήσουμε τήν ἀκακία τῶν βρεφῶν, μέ τήν διάθεση νά αἰσθανθοῦμε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τό ἀνθρώπινο γένος καί γεμᾶτοι εὐγνωμοσύνη νά τοῦ προσφέρουμε τήν καρδιά μας φάτνη ταπεινή, καθαρή καί ἁγία σκηνή ὅπου θά εὐαρεστηθεῖ νά ἀναπαυθεῖ ὁ Θεός. Μέ σκέψεις θείας προσδοκίας ἄς ἀνεβάσουμε τίς καρδιές μας πρόν τόν Κύριο ἀναθέτοντάς Του τά πάντα, ὅτι αὐτῷ μέλει περί ἡμῶν. Αὐτός θά νοιαστεῖ γιά μᾶς, ἀρκεῖ ἐμεῖς νά δώσουμε ἀνυποκρίτως τήν καρδιά μας στό ἔργο τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας μας.
Ἀρχιμ. π. Χρυσόστομος Τροχαλάκης